Θ. Κοντογεώργης: Τα πολιτικά άκρα ενώνονται σε διχαστικό λόγο και ρητορική μίσους, που έχουμε πληρώσει στο παρελθόν (video)

Image
Κ
Συντάκτης
Newsroom

 

Σφοδρή επίθεση κατά των τεσσάρων κομμάτων, βουλευτές των οποίων συνυπέγραψαν κοινή πρόταση για την προανακριτική επιτροπή στην υπόθεση των Τεμπών, εξαπέλυσε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάσης Κοντογεώργης, μέσω του "Open".

   Η συνέντευξη ξεκίνησε ωστόσο, από τα γεγονότα στο ελληνικό μπάσκετ, θέμα στο οποίο ο Θ. Κοντογεώργης συμπέρανε: «Τέλος καλό - ολοκληρώθηκε ομαλά - αλλά όχι καλά. Γιατί όντως υπήρξε κλίμα τοξικότητας, καταστάσεις και συνθήκες που δεν θέλουμε να βλέπουμε στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου». Σύμφωνα με την προσέγγισή του, «χρειάζεται να προάγεται η ευγενής άμιλλα, στο σπίτι να μαθαίνουμε στα παιδιά να είναι φίλαθλοι και όχι οπαδοί», ενώ αρνήθηκε να σχολιάσει τις δηλώσεις του προπονητή του Παναθηναϊκού.

   «Ελπίζουμε να μην τα έχουμε αυτά την επόμενη χρονιά», σημείωσε επίσης διαμηνύοντας ότι «υπάρχει ένα ρυθμιστικό πλαίσιο το οποίο όπου χρειάζεται να ενδυναμωθεί, αυτό θα γίνει». 'Αλλωστε, συμπλήρωσε, «στα ποδοσφαιρικά γήπεδα πετύχαμε να υπάρχει ηρεμία, να μην γίνονται επεισόδια, να επιστρέψουν σε ένα βαθμό οικογένειες στα γήπεδα. Μέσα από την ταυτοποίηση, τις κάμερες, τους ελέγχους. Το ίδιο χρειάζεται να γίνει και στο μπάσκετ. Ο αθλητισμός αφορά την κοινωνική συνοχή της χώρας, δεν πρέπει να αποτελεί αφορμή για φανατισμό».  
 
«O γέγονε γέγονε, και ελπίζω με τη νέα χρονιά να βάλουμε όλοι μυαλό» συμπλήρωσε ο υφυπουργός.

   Στο θέμα της σιδηροδρομικής τραγωδίας των Τεμπών, εκτίμησε πως «βρισκόμαστε στη φάση ολοκλήρωσης ενός κύκλου. Το κομμάτι της ποινικής προδικασίας φαίνεται ότι ολοκληρώνεται, και στο επόμενο χρονικό διάστημα (είναι) πολύ πιθανόν να ξεκινήσει και η δίκη. Στο κομμάτι της διερεύνησης των ποινικών ευθυνών πολιτικών προσώπων, ακολουθήθηκε μια διαδικασία σε σχέση με την ταχεία εκδίκαση από το φυσικό δικαστή - όπως για τον κύριο Τριαντόπουλο - και πιθανά τώρα και για τον κύριο Καραμανλή» ανέφερε, παραπέμποντας και στη συζήτηση που θα γίνει σε περίπου δέκα ημέρες στη Βουλή, όπως είπε.

   Με αφορμή την κοινή πρόταση από Ελληνική Λύση, Νίκη, Πλεύση Ελευθερίας και ανεξάρτητους βουλευτές που πρόσκεινται στο Κίνημα Δημοκρατίας, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ δήλωσε ότι «το όριο έχει προ πολλού ξεπερασθεί, ειδικά από συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις - δεν τις βάζω όλες στο ίδιο τσουβάλι». Βεβαίως, διευκρίνισε, τα εν λόγω κόμματα «δεν μας έχουν συνηθίσει διαφορετικά, αξιολογούνται από τους πολίτες. Το να ακούγεται περί εσχάτης προδοσίας για τον πρωθυπουργό όπως και άλλα - αυτά φεύγουν από το όριο της πολιτικής κριτικής, δεν πρέπει να ασχοληθούμε παραπάνω», πρότεινε. Διευκρίνισε ωστόσο, ότι «από μένα και από το σύνολο της κυβέρνησης ποτέ δεν θα ακούσετε - από την πρώτη στιγμή της τραγωδίας - κάτι σε σχέση με τους συγγενείς. Ο καθένας δίνει τον αγώνα του με τον τρόπο που αισθάνεται και νομίζει, και περιμένει τη δικαίωση την οποία επιθυμεί. Αυτό είναι απολύτως σεβαστό».

   Από την άλλη, στηλίτευσε «την ακρότητα, την πολιτική εργαλειοποίηση και εκμετάλλευση» και εκτίμησε ότι τα συγκεκριμένα κόμματα θα φέρουν την πρότασή τους με τον τρόπο που συνηθίζουν, «με καταγγελτικό, μηδενιστικό, συνωμοσιολογικό λόγο» - και η κυβέρνηση θα χρειασθεί να αντιπαρατεθεί με όλα αυτά. Πλην όμως, συμπλήρωσε, «τώρα πηγαίνουμε στην ουσία, που είναι η ποινική διερεύνηση της υπόθεσης, να ξεκινήσει η δίκη, το δικαστικό συμβούλιο για τα πολιτικά πρόσωπα, τι κάνουμε εμείς για τα τρένα».

   Επιστρέφοντας στην κριτική του για τα τέσσερα κόμματα, επεσήμανε πως «σίγουρα κάποια πράγματα τους ενώνουν, η πρώτη ανάγνωση είναι ότι μπορεί να τους ενώνει το πρόσωπο του πρωθυπουργού, η κυβερνώσα παράταξη που θέλουν να κατακρημνίσουν». Ενώ «μια δεύτερη ανάγνωση είναι, ότι τα άκρα ενώνονται, και εδώ πέρα ενώνονται σε ένα διχαστικό λόγο, μια ρητορική μίσους» την οποία, μάλιστα, «έχουμε πληρώσει στο παρελθόν».

   Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο να υπάρξουν διαρροές από βουλευτές της πλειοψηφίας ως προς την πρόταση της ΝΔ, ο Θ. Κοντογεώργης απάντησε: «Δεν έχω τέτοια εκτίμηση ή πληροφόρηση», επιμένοντας στη «θεσμική στάση» της κυβέρνησης, που έχει να κάνει «με το φυσικό δικαστή και τη μεταχείριση των πολιτικών προσώπων με τον ίδιο τρόπο με τους απλούς πολίτες». Εξ άλλου, προσέθεσε, είναι προτιμότερο «να μην ρυθμίζεται από κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες ή μειοψηφίες το δίκαιο και η απόδοση της αλήθειας», παρατήρησε εν κατακλείδι.

   Η συνέντευξη έκλεισε με θέματα εξωτερικής πολιτικής: «Έχουμε κατακτήσει να υπάρχει εμπιστοσύνη στην ελληνική διπλωματία και το πρόσωπο του πρωθυπουργού», υπογράμμισε, και μάλιστα σε μια εποχή με δυσερμήνευτα γεγονότα, συμπλήρωσε.

   Ειδική μνεία έγινε στο τουρκολιβυκό μνημόνιο: «Πολλές φορές γίνεται μια συζήτηση που ίσως και να είναι μεγαλύτερη από το πραγματικό περιεχόμενο», ήταν η εισαγωγική παρατήρηση του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ. «Μιλάμε για ένα τουρκολιβυκό μνημόνιο που δεν έχει καμία ισχύ, δεν έχουν αντικείμενες ακτές οι δύο χώρες, πουθενα δεν έχει αναγνωρθεί η εγκυρότητά του». Στον αντίποδα δε, ζήτησε να ληφθεί υπ' όψιν ότι Chevron και Exxon ...τεμαχίζουν το τουρκολιβυκό μνημόνιο.

   Για τη Μονή Σινά ανέφερε πως «μέσα στον Ιούνιο θα προχωρήσουν οι γραπτές τεχνικές συμφωνίες, προκειμένου και αυτή η εκκρεμότητα να λυθεί με τον τρόπο που πρέπει». Ενώ και «η ίδια η αιγυπτιακή κυβέρνηση - πέραν όσων λέμε εμείς - έχει πει ότι δεν αλλάζει κάτι στο λατρευτικό χαρακτήρα, ούτε σε σχέση με τα μείζονα που αφορούν τη συνέχεια της Μονής».

   Επιπροσθέτως, «η απόφαση έχει θετικά και αρνητικά στοιχεία: αναγνωρίζεται για πρώτη φορά ο λατρευτικός ελληνορθόδοξος χαρακτήρας της Μονής, δεν διαλαμβάνεται κάτι για το ιδιοκτησιακό. Επομένως μένει να συζητηθεί το τεχνικό κομμάτι με την αιγυπτιακή κυβέρνηση», σημείωσε και έκλεισε με την επισήμανση ότι «οι ελληνοαιγυπτιακές σχέσεις είναι αρκετά ουσιαστικές».