
Το “μοντέλο της Δανίας”: Με την απαγόρευση της μπούρκας και τις περικοπές επιδομάτων μείωσαν 90% τη μετανάστευση

Η Δανία γύρισε σελίδα. Από το σοκ της μαζικής εισροής μεταναστών… στην επιβολή μίας από τις πιο αυστηρές μεταναστευτικές πολιτικές στη Δύση. Και όλα αυτά μέσα σε μία δεκαετία.
Ήταν 2019 όταν ανέλαβε τα ηνία της Δανίας η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση. Προτεραιότητά της να περιορίσει τη μετανάστευση για να «προστατεύσει τη δανική ταυτότητα». Μία δέσμευση που έγινε πράξη, όπως μεταδίδει σε ανάλυσή της η βρετανική εφημερίδα Daily Mail, υιοθετώντας πολιτική μηδενικής ανοχής.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, η κυβέρνηση της Μέτε Φρεντέρικσεν υλοποίησε σκληρές πολιτικές, όπως την απαγόρευση της μπούρκας, τα υποχρεωτικά μαθήματα δανικής γλώσσας για μετανάστες και τα παιδιά τους, την αφαίρεση επιδομάτων σε μη συμμορφούμενους αιτούντες άσυλο, τη δημοσίευση στατιστικών εγκληματικότητας ανά εθνικότητα και τις κατασχέσεις τιμαλφών από αφιχθέντες μετανάστες.
Παράλληλα, οι κάτοικοι ενός διαβόητου οικισμού, του Mjolnerparken -ο οποίος είχε κατηγοριοποιηθεί επίσημα από τη Δανία ως «γκέτο για μη δυτικούς»- μετακινήθηκαν σε όλη τη χώρα για να μπει «φρένο» στην ανάπτυξη μιας «παράλληλης» ξένης κοινωνίας.
«Τώρα η περιοχή είναι κατά 99% ασφαλέστερη», δήλωσε στο βρετανικό μέσο ο 62χρονος Schbaita, παλαιστινιακής καταγωγής, ο οποίος διατηρεί κατάστημα στην περιοχή.
«Πολλοί που ζούσαν στο γκέτο έχουν διαλυθεί. Οι εγκληματίες στο Mjolnerparken έχουν απελαθεί. Η Δανία έκανε αυτό που μας υποσχέθηκε».
Οι συνοριοφύλακες μπορούν να κατάσχουν αντικείμενα αξίας
Ωστόσο, πολλές από τις μεταγενέστερες μεταρρυθμίσεις θεωρούνται χωρίς προηγούμενο: για παράδειγμα, οι συνοριοφύλακες στη θωρακισμένη με σύνορα χώρα έχουν το δικαίωμα να κατάσχουν προσωπικά αντικείμενα αξίας από παράτυπους μετανάστες, προκειμένου να καλυφθούν τα έξοδα που σχετίζονται με τις διαδικασίες ασύλου και τη στέγασή τους.
Κάθε αντικείμενο αξίας άνω των 1.300 ευρώ – όπως κοσμήματα, ρολόγια και ακόμα και βέρες γάμου – μπορεί να κατασχεθεί βάσει του νόμου.
Μια άλλη σημαντική αλλαγή που εισήγαγαν οι Σοσιαλδημοκράτες αφορά την πλήρη κατάργηση οικονομικών παροχών για απορριφθέντες αιτούντες άσυλο. Όσοι δεν εγκρίνονται πλέον δεν λαμβάνουν καμία χρηματική στήριξη, παρά μόνο φαγητό.
Σε περιπτώσεις όπου η απέλαση είναι εφικτή και εφαρμόσιμη, νέος νόμος προβλέπει τη μεταφορά αυτών των ατόμων σε εγκαταστάσεις κράτησης που μοιάζουν με φυλακές. Η Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων (CPT) δήλωσε ότι, κατά την επιθεώρησή της, εντόπισε απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης σε κάποιες από αυτές τις εγκαταστάσεις.
Η κυβέρνηση δηλώνει ότι υπάρχουν ακόμα περιθώρια βελτίωσης στο θέμα των απελάσεων και προετοιμάζει νέα νομοσχέδια για περαιτέρω επιστροφές. Τα τελευταία τρία χρόνια απελάθηκαν επιτυχώς 235 άτομα — περίπου το ένα τρίτο όσων είχαν προγραμματιστεί για απέλαση την ίδια περίοδο.
Κίνητρα για αποχώρηση από τη χώρα
Άλλες νομικές μεταρρυθμίσεις αγγίζουν το καθεστώς παραμονής: ακόμη και για όσους εγκρίνονται οι αιτήσεις ασύλου, δεν παρέχεται γενική προστασία αλλά περιορισμένη άδεια παραμονής, η οποία ανανεώνεται μόνο για όσο διάστημα θεωρείται επικίνδυνη η επιστροφή στη χώρα καταγωγής. Η πιθανότητα μελλοντικής απόκτησης ιθαγένειας έχει επίσης περιοριστεί σημαντικά.
Όσοι ωστόσο επιλέγουν να επιστρέψουν οικειοθελώς στη χώρα τους, λαμβάνουν από τη δανική κυβέρνηση έως και 5.400 ευρώ ως κίνητρο για επανένταξη, χωρίς καμία απολύτως ερώτηση.
Το σύνολο αυτών των μέτρων έχει καταστήσει τη Δανία μια εξαιρετικά μη ελκυστική χώρα για μετανάστες που αναζητούν εγκατάσταση στην Ευρώπη: το 2023 υποβλήθηκαν λίγο πάνω από 2.100 αιτήσεις ασύλου, σε μια χώρα με πληθυσμό λίγο κάτω των έξι εκατομμυρίων.
Η επιτυχία σε αριθμούς
Πράγματι, η Δανία θεωρείται πρότυπο για τον επιτυχή έλεγχο της μετανάστευσης.
Στο επίκεντρο της πολιτικής είναι η αποφασιστικότητα να προστατευθούν τα μέσα διαβίωσης των Δανών της εργατικής τάξης, να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας τους και να σταματήσουν τα σχολεία και τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας να κατακλύζονται από τους μετανάστες.
Στατιστικά στοιχεία της κυβέρνησης δείχνουν ότι στα δανέζικα σχολεία, όσο χαμηλότερη είναι η ηλικία των μαθητών, τόσο περισσότεροι Δανοί υπάρχουν στην τάξη.
Αυτό αποτελεί μία ένδειξη ότι το ποσοστό των νέων οικογενειών εθνικών μειονοτήτων μειώνεται – και είναι το αντίθετο από αυτό που συμβαίνει -για παράδειγμα- σε μεγάλο μέρος του εκπαιδευτικού συστήματος της Αγγλίας, όπου πέρυσι το 37% των μαθητών είχαν μειονοτικό εθνοτικό υπόβαθρο.
Η στατιστική για την αποτελεσματικότητα των μέτρων δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης: Οι αιτήσεις ασύλου έχουν μειωθεί κατά σχεδόν 90% σε δέκα χρόνια. Από 21.316 το 2015, μόλις 2.333 υποβλήθηκαν πέρυσι, σε αντίθεση με τις 108.138 στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ειδικό καθεστώς εντός της Ε.Ε.
Η Δανία ωστόσο διαθέτει μια μοναδική νομική εξαίρεση: αν και κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν δεσμεύεται από αρκετούς ευρωπαϊκούς νόμους.
Αυτό οφείλεται στο ότι, μετά το αποτυχημένο δημοψήφισμα του 1992 για τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, η χώρα εξασφάλισε ρήτρα εξαίρεσης από τις κοινές νομοθεσίες της ΕΕ, ώστε η συνθήκη να μπορέσει να τεθεί σε ισχύ.
Συγκεκριμένα για το μεταναστευτικό δίκαιο, αυτό σήμαινε ότι η ΕΕ διαβεβαίωσε τη Δανία πως δεν θα συμμετείχε στην κοινή πολιτική ασύλου της Ένωσης.
Άλλα κράτη – όπως η Γερμανία – δεν διαθέτουν τέτοια ρήτρα και θα παραβίαζαν το ενωσιακό δίκαιο αν εφάρμοζαν παρόμοια μέτρα αποτροπής.