
Η ανάγκη της συμπερίληψης και της προσβασιμότητας στον τουριστικό κλάδο

Η προσβασιμότητα στον τουρισμό είναι ένα κεφάλαιο πολύ σημαντικό παγκοσμίως, αλλά και για τη χώρα μας όπου η τουριστική βιομηχανία αποτελεί έναν εξαιρετικά σημαντικό οικονομικό βραχίονα. Τα άτομα με αναπηρία πρέπει να μπορούν να ταξιδεύουν χωρίς περιορισμούς στο πλαίσιο της ισότητας και της συμπερίληψης, που αποτελούν βασικές επιδιώξεις της βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης για την επόμενη μέρα στον ελληνικό τουρισμό, σύμφωνα με το ΙΝΣΕΤΕ. Το ποσοστό των ανθρώπων αυτό δεν είναι μικρό: Με βάση τα στοιχεία της ΕΕ, ποσοστό 17% έως 25% του πληθυσμού (στην ΕΕ 27) είχε κάποιους περιορισμούς, ενίοτε σοβαρούς, στην ακοή, στην όραση και στην κίνηση.
Επιπλέον ένας από τους 17 Παγκόσμιους Στόχους για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του ΟΗΕ, εστιάζει στη μείωση των ανισοτήτων και συνδέεται με σύγχρονες τάσεις τόσο της τουριστικής προσφοράς, όσο και της ζήτησης.
Με αφορμή όσα συζητηθήκαν σχετικά, στο 14ο Πανελλήνιο Συνέδριο του HAPCO & DES (Hellenic Association of Professional Congress Organizers & Destination Events Specialists) η ανάγκη της προσβασιμότητας στους δημόσιους χώρους, τα αξιοθέατα και τα καταλύματα συμπορεύεται με την ανάγκη ευαισθητοποίησης και εκπαίδευσης του κόσμου, ώστε κανείς να μην αισθάνεται αποκλεισμένος αλλά και για να αναπτυχθεί ακόμα περισσότερο η χώρας μας και ως "προσβάσιμος" προορισμός.
Όπως ανέφερε ο Θωμάς Παναγόπουλος, φυσικοθεραπευτής Παίδων και μέλος της επιστημονικής ομάδας τμήματος Αθλητικής Αριστείας της Α΄ Ορθοπαιδικής Χειρουργικής Κλινικής του ΕΚΠΑ, η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο, αλλά δεν είναι ακόμα αρκετά φιλική για άτομα με αναπηρία. «Η προσβασιμότητα, με την τεχνική της έννοια, βελτιώνεται σε ξενοδοχεία, όπως και σε πολλές παραλίες, αλλά οι μεταφορές και κάποια μνημεία παραμένουν δύσκολα προσβάσιμα. Ωστόσο, η πραγματική συμπερίληψη σημαίνει ότι τα άτομα με αναπηρία δεν έχουν μόνο φυσική πρόσβαση, αλλά και ίσες ευκαιρίες να απολαμβάνουν υπηρεσίες και εμπειρίες χωρίς εμπόδια. Και εκεί δυστυχώς έχουμε ακόμη δρόμο να διανύσουμε».
«Ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικά βήματα, όπως καμπάνιες ευαισθητοποίησης, βελτιώσεις στην προσβασιμότητα ξενοδοχείων και δημόσιων χώρων, καθώς και δημιουργία προσβάσιμων παιδικών χαρών. Μουσεία έχουν ενσωματώσει προσαρμογές, ενώ υπάρχουν και καλές πρακτικές συμπερίληψης. Η προσπάθεια βέβαια πρέπει να είναι συλλογική, καθώς δεν αρκεί να υπάρχουν μεμονωμένοι προσβάσιμοι χώροι, αν το άτομο δεν μπορεί να φτάσει ως εκεί λόγω έλλειψης υποδομών», σημείωσε ο κ.Παναγόπουλος.
Όπως επισημαίνει το ΙΝΣΕΤΕ, η περαιτέρω ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, η βελτίωση της προσβασιμότητας των δημόσιων χώρων, η διάχυση έγκυρης πληροφόρησης, η εκπαίδευση των εργαζομένων στον τουρισμό και οι στοχευμένες δράσεις του ιδιωτικού τομέα με ανάπτυξη συμπεριληπτικών εταιρικών πολιτικών και ταξιδιωτικών εμπειριών, συμβάλλουν στη δημιουργία μιας προσβάσιμης αλυσίδας ώστε όλοι οι επισκέπτες να έχουν ισότιμη πρόσβαση στις ταξιδιωτικές επιλογές. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου, προκύπτει η επιτακτική ανάγκη για μια περισσότερο προσβάσιμη τουριστική αλυσίδα με δεδομένο ότι, πλέον, από την πλευρά τής ζήτησης οι ταξιδιώτες κατά την αναζήτηση και την κράτηση δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στο πόσο συμπεριληπτικές -ή όχι- είναι οι διάφορες ταξιδιωτικές επιλογές.
Σύμφωνα με την Ευστρατία Αραμπατζή, επαγγελματία Υποστηρικτικής Τεχνολογίας, τα άτομα με κινητικές αναπηρίες συχνά δυσκολεύονται περισσότερο λόγω ελλιπών υποδομών. Όμως και άτομα με αισθητηριακές αναπηρίες αντιμετωπίζουν εμπόδια, καθώς κάποιες φορές λείπουν ηχητικές ειδοποιήσεις, υπότιτλοι ή οποιοδήποτε άλλο προσαρμοσμένο υλικό σε τουριστικούς χώρους. Η πραγματικά προσβάσιμη εμπειρία πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλες τις ανάγκες. «Για να βελτιωθεί η κατάσταση, χρειάζεται συντονισμένη δράση σε επίπεδο υποδομών και νομοθεσίας. Η ενίσχυση της προσβασιμότητας σε μεταφορές, η δημιουργία ενιαίων προσβάσιμων διαδρομών που συνδέουν τα μνημεία, τα τουριστικά σημεία και τις υποδομές, είναι κρίσιμη. Επίσης, η εκπαίδευση του προσωπικού στον τουριστικό τομέα και η ενίσχυση της πληροφόρησης και των ψηφιακών εργαλείων θα διευκόλυναν την εμπειρία των ατόμων με αναπηρία. Ένα σημαντικό στοιχείο είναι η ενσωμάτωσή των ατόμων με αναπηρία στον σχεδιασμό προσβάσιμων χώρων, καθώς εκείνοι γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τις πραγματικές ανάγκες και προκλήσεις που αντιμετωπίζουν», υπογράμμισε η κυρία Αραμπατζή.
Όπως είπε η ίδια «παραδείγματα καλής πρακτικής είναι η Σκανδιναβία, η Αγγλία και η Ολλανδία, καθώς είναι χώρες που έχουν προχωρήσει σε σημαντικά βήματα προσβασιμότητας. Στη Σκανδιναβία συγκεκριμένα, η προσβασιμότητα είναι εξαιρετική, με συνεχιζόμενες προσπάθειες για ακόμα μεγαλύτερη ένταξη. Ωστόσο, η ποιότητα της προσβασιμότητας μπορεί να διαφέρει ανάλογα με την περιοχή και τις υποδομές σε κάθε χώρα».
Σύμφωνα με το ΙΝΣΕΤΕ, στην Ελλάδα η Κομοτηνή αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα προσβάσιμης πόλης ενώ παράδειγμα καλής πρακτικής από το εξωτερικό αποτελεί η Γερμανία η οποία ήδη διαθέτει ένα σύστημα σήμανσης σε όλη τη χώρα με την ονομασία «Τουρισμός για Όλους» (Inclusive Germany) που καλύπτει το σύνολο της τουριστικής αλυσίδας.
Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, υπολογίζεται ότι πάνω από 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι -περίπου το 15% του παγκόσμιου πληθυσμού- αντιμετωπίζουν κάποια μορφή αναπηρίας, ενώ σχεδόν όλοι θα βιώσουν -προσωρινά ή μόνιμα- κάποια μορφή αναπηρίας σε κάποιο διάστημα της ζωής τους.
«Για να βελτιωθεί η κατάσταση, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η αναπηρία είναι κάτι που μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε από εμάς, σε οποιαδήποτε στιγμή της ζωής μας. Συνήθως, η αναπηρία μας φαίνεται κάτι απομακρυσμένο ή "μακριά" από εμάς, γιατί την αντιλαμβανόμαστε ως κάτι που αφορά άλλους. Πολλοί από εμάς πιστεύουμε ότι "δεν θα συμβεί σε εμάς", αλλά η αλήθεια είναι ότι όλοι έχουμε την ίδια πιθανότητα να ξυπνήσουμε αύριο και να αντιμετωπίσουμε μια βλάβη ή έναν τραυματισμό που θα μας οδηγήσει στην αναπηρία. Κάθε άνθρωπος μπορεί να βρεθεί σε αυτήν την κατάσταση, ανεξαρτήτως ηλικίας ή υποστήριξης, και όταν το καταλάβουμε, θα μπορέσουμε να κάνουμε πραγματικές αλλαγές. Η αναπηρία δεν είναι μόνο ένα ιατρικό πρόβλημα· είναι κυρίως κοινωνικό φαινόμενο. Είναι τα εμπόδια που συναντάμε στην καθημερινότητά μας, όπως οι απρόσιτοι δρόμοι, τα κτίρια χωρίς ράμπες ή οι ελλιπείς πληροφορίες. Όταν τα εμπόδια αυτά υπάρχουν, το άτομο δεν έχει τη δυνατότητα να συμμετέχει ισότιμα στην κοινωνία, ανεξαρτήτως αν έχει κάποια ιατρική πάθηση ή όχι», τόνισε ο κ.Παναγόπουλος και προσέθεσε: «Εμείς οι ίδιοι, με τις πράξεις και τις παραλείψεις μας, δημιουργούμε αυτά τα εμπόδια. Για να γίνει αυτό, πρέπει να δράσουμε όλοι μαζί, συλλογικά. Να δημιουργήσουμε έναν κόσμο που να μην έχει εμπόδια για κανέναν, ώστε όλοι να μπορούν να ζουν, να εργάζονται και να ταξιδεύουν με ισότιμους όρους. Η αλλαγή αυτή δεν αφορά μόνο τις πολιτικές και τις υποδομές, αλλά κυρίως τη νοοτροπία μας. Ας αναλάβουμε όλοι την ευθύνη, γιατί η προσβασιμότητα και η συμπερίληψη είναι δικαίωμα για όλους μας. Ας γίνουμε άνθρωποι ζεστοί, με ουσιαστική φιλοξενία προς όλους, ώστε να δημιουργήσουμε έναν τουρισμό και μια κοινωνία που να υποδέχονται κάθε άνθρωπο με σεβασμό και αγάπη».