Τι συνέβη με το ΚΙΝΑΛ... Γράφει η Λία Λάππα

Image
ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗΣ - ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ - ΛΟΒΕΡΔΟΣ
Συντάκτης
Newsroom

Γράφει η Λία Λάππα    

Η αδιαμφισβήτητη νίκη του Νίκου Ανδρουλάκη στις χθεσινές εκλογές του Κιναλ, έδειξε ότι η  εκλογική βάση όση τηλεόραση και να δει, ότι επιχείρημα και να ακούσει, ό,σα χρήματα και να δαπανηθούν για την προεκλογική καμπάνια των υποψηφίων, θα δώσει την ψήφο του εκεί που θέλει.  Αυτό το είδαμε και με την πρωτιά του Ν. Ανδρουλάκη αλλά και με τα υψηλά ποσοστά του Γιώργου Παπανδρέου.

Η επάνοδος του Γιώργου Παπανδρέου έδωσε νέα ώθηση στο Κιναλ και απασχόλησε έστω φωτογραφικά ένα μεγάλο εθνικό ακροατήριο, πράγμα που το είχε ανάγκη το κόμμα που ταλανιζόταν για αρκετό καιρό από εσωστρέφεια και απόδοση ευθυνών.

Πολλά στελέχη άρχισαν να αναρτούν στο facebook ή στο twitter ότι θα συμπορευτούν πλάι του και παρέθεταν τους followers τους, ως ένδειξη δύναμης, μάλιστα μιλούσαν για τον Γιώργο Παπανδρέου σαν να ήταν ένας μηχανισμός που έπρεπε να θυμηθούμε πόσο καινοτόμος ήταν και ρυθμιστικός. 

Δελτία ειδήσεων, πολιτικά πάνελ, ραδιοφωνικές εκπομπές άρχισαν να λένε το Κιναλ πάλι Πασοκ και προφέροντας το όνομα του Γιώργου Παπανδρέου να αισθάνονται ένα deja vu   ενθυμούμενοι φάσεις και περιόδους από το 2009 μέχρι το 2011 με το περιβόητο «Λεφτά υπάρχουν»  την είσοδό μας στα μνημόνια αλλά και την πολιτική παρακαταθήκη του ονόματος του Ανδρέα. Ο ίδιος δεν τόλμησε να μπει σε διαδικασία σύγκρισης, πως άλλωστε  να το κάνει ένας πρώην πρωθυπουργός .

Εκεί το πρόβλημα ουσιαστικά ήταν ότι οι άλλοι έπρεπε να παρουσιάσουν δικαιολογίες για να μην πάνε και όχι ένας Παπανδρέου. Αλήθεια ποιος μπορεί να αντιπαρατεθεί με έναν πρώην πρωθυπουργό..όσο για τη διαδικασία του debate, δεν είναι της παρούσης και δηλώνω ότι δεν βγαίνουν συμπεράσματα γιατί δεν είναι δικό μας εφεύρημα, είναι μια σκέτη αμερικανιά για την ατάκα της στιγμής.

Αυτός που κουράστηκε περισσότερο και φάνηκε να το θέλει και πιο πολύ ήταν αναμφισβήτητα ο Ανδρέας Λοβέρδος. Ο ίδιος είχε καταρτίσει ένα βαρύ πρόγραμμα συγκεντρώσεων, συζητήσεων  πολύ πριν γίνουν γνωστοί οι αντίπαλοί του. Ο Ανδρέας Λοβέρδος  φαινόταν ότι ασφυκτιούσε για πολύ καιρό  κάτω από την ηγεσία της Φώφης Γεννηματά και ήθελε να καλύψει το κενό τρέχοντας  για να προλάβει να μιλήσει στην κομματική βάση, να της σφίξει το χέρι και να ξαναενώσει τα χαμένα κομμάτια της, πολλά από τα οποία είχαν πάει στις τελευταίες εκλογές στον Σύριζα.

Ιδεολογικός του αντίπαλος, ο Σύριζα, όταν δε ξεκίνησε ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Αλέξης Τσίπρας τα περί προοδευτικής διακυβέρνησης και το κλείσιμο του ματιού για ένα Πασοκ μεγάλο,  εκείνος ήταν πυρ και μανία στις δηλώσεις του, λέγοντας ότι «πρέπει να γίνουμε η αντιπολίτευση που δεν υπάρχει». Η αντιπολίτευση υπάρχει όμως και έχει τα δικά της ποιοτικά χαρακτηριστικά τα οποία πολλοί στο Πασοκ τα είχαν αποδεχτεί και έδωσαν την ψήφο τους, στις τελευταίες εκλογές. 

Ο Χάρης Καστανίδης ήταν αυτό που θα λέγαμε ο φιλόσοφος της αναμέτρησης, μιλούσε για εμβάθυνση της δημοκρατίας  και για επαναπροσδιορισμό του οράματος του κόμματος σύμφωνα με τις αρχές και τις αξίες μιας δημοκρατικής παράταξης που θα σέβεται το λαό και τις ανάγκες του, χωρίς όμως να μιλάει για πιο πρακτικά ζητήματα.

Ο Παύλος Γερουλάνος μπήκε στην εκλογική διαδικασία , φορώντας φράκο και έτσι ατσαλάκωτος βγήκε επιβεβαιώνοντας ότι υπάρχει ένα κομμάτι του Πασοκ που τον πιστεύει και τον θέλει εκεί.

Η περίπτωση του Παύλου Χρηστίδη, θα μπορούσε να είναι η κλασική περίπτωση ενός εκπροσώπου τύπου του κόμματος που μετά ζητά την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων του. Το να ζητήσει όμως  την ηγεσία, ήταν όπως καταλαβαίνετε ένα τεράστιο άλμα και έδειξε ότι δίπλα στην Φώφη Γεννηματά είχε σημαντικό ρόλο και «είδε» όλο το πολιτικό παιχνίδι πως παίζεται.  Το σύνθημά του «restart» ήταν από τα πιο επιτυχημένα της εκλογικής διαδικασίας, φρέσκο πρόσωπο με διάθεση για δουλειά και με συγκροτημένο λόγο εμψυχώνοντας την ελπίδα ότι οι μορφωμένοι νέοι του τόπου θα ασχοληθούν με τον κεντρώο χώρο.Αν διαβάσουμε πίσω από τις γραμμές ήταν από τους νικητές της πρώτης εκλογικής διαδικασίας καθώς είχε να ανταγωνιστεί, εμπειρία, κομματικούς μηχανισμούς, τζάκια και ονόματα, ηλικιακά κριτήρια.  Μάλιστα βγήκε 4ος ξεπερνώντας  Χάρη Καστανίδη και Παύλο Γερουλάνο.

Και πάμε στον μέχρι τώρα νικητή Νίκο Ανδρουλάκη. Ως πολιτικός μηχανικός είχε σχεδιάσει  πότε θα μιλήσει, τι θα πει και μέχρι που θα φτάσει. Θυμάμαι να τον ρωτάω από τον Φεβρουάριο για το ενδεχόμενο εκλογής του και έκοβε κάθε συζήτηση γιατί όπως έλεγε προείχαν τα θέματα της πανδημίας. Η ευρωπαϊκή εμπειρία του, με στοχευμένες εισηγήσεις  σε συνδυασμό με την ηλικία του και τη συγκρότησή του, του έδωσαν την ταυτότητα του σύγχρονου εργαζόμενου, που δεν αγαπά τα τηλεοπτικά πάνελ και δεν μπαίνει σε κόντρες με ατάκες ειπωμένες ξανά και ξανά. Το σλόγκαν του «ανανέωση ή ανακύκλωση» ήταν τόσο δυνατό και ξεπερνούσε το όποιο «πάμε μπροστά…». Η προσωπική του επιλογή να μην αντιπαρατίθεται, να μην χρησιμοποιεί ατάκες για να υπάρχουν πηχυαίοι τίτλοι αλλά και το γεγονός ότι δεν έκλεισε το μάτι, δεξιά ή αριστερά έκαναν τον κόσμο να τον πιστέψει για τη διατήρηση του κέντρου. Ένα «κέντρο» που κράτησε ως κόρη οφθαλμού,  η Φώφη Γεννηματά  και μάλιστα, όταν κανείς δεν πίστευε ότι το κόμμα θα ανασταίνονταν ξανά.

Η μεγάλη συμμετοχή και τα νέα πρόσωπα ήταν οι μεγαλύτερες νίκες του Κιναλ – Πασοκ , αυτή την μαζική διαδικασία είμαι σίγουρη ότι είχε ονειρευτεί η Φώφη Γεννηματά, η οποία με τον αδόκητο χαμό της, συγκλόνισε το πανελλήνιο και αντιληφθήκαμε πως το τιμόνι της εξουσίας μπορεί να το κρατάει μια γυναίκα χωρίς να ξεχνάει την ευαισθησία της και την αγάπη της για το κοινωνικό σύνολο.

Από εδώ και πέρα θα δούμε πως θα διαμορφωθούν οι συμμαχίες και ποιος θα είναι ο τελικός νικητής στις 12 Δεκέμβρη. Για τους υποψηφίους προβλέπεται μια εβδομάδα σκληρών διαπραγματεύσεων, αν και δεν βλέπω ιδιαίτερες ανατροπές.